Για την λέξη “υπερηφάνεια” το λεξικό (της Νέας Ελληνικής γλώσσας του Μπαμπινιώτη) λέει: “το αίσθημα έντονης ικανοποίησης και αυτοεκτίμησης που κάποιος έχει για κάτι σπουδαίο που έκανε ή που σχετίζεται με τον ίδιο” , και “περήφανος” είναι αυτός που νοιώθει υπερηφάνια για κάτι.
Δεν λέμε λοιπόν ότι είμαι υπερήφανος που με γέννησε η μάνα μου και ο πάτερας μου. Δεν έχω κάνει απολύτως τίποτα για να υπερηφανεύομαι. Μπορώ όμως να πώ ότι είμαι υπερήφανος για τα παιδά μου που νομίζω ότι κάνανε κάτι σπουδαίο, γιατί εγώ έχω κάνει κάτι κι’αυτό. Τους βοηθήσα, τους συμπαραστάθηκα, τους οδήγησα κ.α. Οπως επίσης ντρέπομαι, όταν βλέπω ότι δεν έκανα τίποτα και τα παιδιά μου γίναν ρεμάλια της κοινωνίας. Αυτά, θα παιδιά μου, δεν ντρέπονται για μένα επειδή γίνανε αυτά ρεμάλια.
Είμαστε όμως “υπερήφανος λαός”, γιατί έχουμε κάνει, πράγματι, πολλά σπουδαία πράγματα στην ιστορία μας. Παραδείματος χάριν, πολεμήσαμε για την ελευθερία μας σε πολλές περιπτώσεις. Το κάναμε εμείς, δεν ήταν τυχαίο γεγονός.
Πάρα πολλοί λένε λοιπόν ότι είναι “υπερήφανος που γεννήθηκα Ελληνας“, κυρίως στις εθνικές επετείους ταρατατζούμ ταρατατζούμ, για το οποίο όμως δεν κάνανε τίποτα για να γίνουν Ελληνες. Δεν μπορούν να πούν οτι είναι περήφανοι για αυτό. Αυτό είναι ένα τυχαίον γεγονός. Θα μπορούσαν αντί να είναι Ελληνες να ήταν Κενυάτες ή Εσκιμώοι.
Απο την άλλη πλευρά, ο Μεγαλέξανδρος, ο Περικλής, ο Κωλοκοτρώνης και οι άλλοι, θα μπορούσαν να πουν οτι είναι υπερήφανοι για μας που τους κάναμε υπερήφανους, Η ίσως να ντρέπονται για μας γι’αυτό που γίναμε. Δεν χρειάζεται και πολύ σκέψη, έτσι;