Τα “σκονάκια” είναι ένα από τα πιό δύσκολα “αθλήματα” στις εξετάσεις, γυμνασίου, λυκείου και πανεπιστήμιου.
Για τους λίγους που δεν ξέρουν, τα σκονάκια είναι σημειώσεις από το μάθημα που δίνεις εξετάσεις. Τις σημειώσεις αυτές τις έχεις γράψει και έχεις κρύψει για να τις αντιγράψεις αν πέσει ένα από τα θέματα που έχει κρύψει. Δηλαδή ένα θέμα που έχεις σε σκονάκι.
Επειδή όμως αυτό προφανώς δεν επιτρέπεται, ο κάθε μαθητής/φοιτητής που θέλει να κλέψει, δηλαδή να χρησιμοποιήσει τα σκονάκια, τα κρύβει σε μέρος που να μην φαίνεται στον επιτηρητή στις εξετάσεις. Παραδείγματος χάριν, γράφει τους μαθηματικούς τύπους στο χέρι του, στο κουτί με τα τσιγάρα, στο θρανίο, τις μεταφράσεις κειμένων σε χαρτί με μικρά γράμματα και να τα έχει στα πόδια του και να αντιγράφει και διάφορες άλλες μεθόδους.
Για να χρησιμοποιήσεις σκονάκια χρειάζεται θράσος (να μην φοβάσαι να σε πιάσουν), χρόνο (για να γράψεις τα σκονάκια) και τέχνη (για να αντιγράφεις χωρίς να σε πιάσουν).
Γι’αυτό τον λόγο, δεν είναι πολλοί που χρησιμοποιούν σκονάκια. Εγώ τα χρησιμοποίησα λίγες φορές κυρίως να κρατάω ορισμένους τύπους μαθηματικών που ξεχνούσα. Τους έγραφα στο πακέτο από τα τσιγάρα. Τότε κάπνισα Άσσο κασετίνα που ήταν ένα άσπρο πακέτο, και το γέμιζα με τύπους. Είχα το πακέτο στην τσέπη μου, και το χρησιμοποιούσα αν και όταν μπορούσα.
Όπως είπα λοιπόν, έπρεπε να κλέψεις, με σκονάνια ή με άλλο τρόπο, χωρίς να σε πιάσουν. Όταν ήμουνα φοιτητής στο Μαθηματικό στην Πάτρα, 1977-1982, είδα ένα τρόπο κλεψίματος όπως γίνεται στα κινηματογραφικά έργα, και θεωρούσα ότι αυτός που το σκέφτηκε έπρεπε να έπαιρνε πτυχίο χωρίς εξετάσεις.
Μετά από αυτή την εισαγωγή, ας έρθουμε στο θέμα μας. Το κλέψιμο.
Σημείωση, έχουν περάσει 40 χρόνια από τότε, το αδίκημα έχει παραγραφεί 🙂
Ηταν κάποιο μεσημέρι στην εξεταστική περίοδο του Σεπτεμβρίου το 1980, μόλις είχα τελειώσει το τρίτο έτος και πήγαινα στο τέταρτο. Εκείνη την ημέρα, γινότανε κάτι εξετάσεις στο Μαθηματικό, δεν θυμάμαι σε ποιό μάθημα, αλλά το είχα περάσει σχετικά εύκολα και διάβαζα κάποιο άλλο.
Έρχονται στο σπίτι μας στην Αγυά που έμενα με τον Κοσμά και τον Ηλία, ο Γιάννης ο Λιγνός (επίθετο είναι) και ο Κώστας ο Μέγγος, φίλοι μας, ένας έτος παραπάνω. Με τον Κώστα βγαίναμε αρκετές φορές, αλλά με τον Λιγνό λίγες, κυρίως όταν είμαστε σε κοινή παρέα. Ο Κώστας ο Μέγγος ήταν συγκάτοικος με τον ΣΠ για 1-2 χρόνια.
Ο Ηλίας, εγώ και ο Κώστας ο Μέγγος & και το σπίτι μας, Παμίσου 32 στην Αγυά
Μου φάνηκε παράξενο που ήρθαν στο σπίτι, γιατί η Αγυά είναι στην άκρη της Πάτρας προς το Ρίο. Μου λέει ο Λιγνός,
– “Μπορείς να γράψεις το μάθημα για τον ΣΠ;”. Νόμιζα ότι μου έκανε πλάκα.
– “Ασε τις μ@λ@κίες μεσημεριάτικα, είσαι στα καλά σου;”.
– “Όχι, μην ανησυχείς, δεν θα πάθεις τίποτα. Θα σου φέρουμε την κόλα όπου θες εσύ, θα γράψεις τα θέματα και θα μας την ξαναδώσεις. Δεν θα ξέρει κανένας τίποτα. Θα στην φέρναμε και στο σπίτι σου, αλλά είναι μακριά. Οι εξετάσεις γίνονται στο αμφιθέατρο στο Παράρτημα, στο ισόγειο. Εσύ να είσαι σε μία αίθουσα στον τέταρτο όροφο, δεν θα υπάρχει ψυχή, μαθήματα δεν γίνονται. Θα έχεις τα βιβλία, σημειώσεις, τον καφέ σου, θα λύσεις τα θέματα και τέρμα. Μόνο μην ξεχάσεις να γράψεις τον αριθμό μητρώου και το όνομά του ΣΠ”.
ε, μία απο δώ, μία από κει, ήξερα ότι ο ΣΠ ήταν αδύνατο να το περάσει το μάθημα μόνος του, ήθελα να δώ κι’εγώ τι κόλπο είναι αυτό, τελικά αποφάσισα να πάω στον τέταρτο όροφο στο Παράρτημα μαζί με τα βιβλία και τις σημειώσεις μου και να περιμένω την κόλα και τα θέματα. Δεν είχα ιδέα τι γινότανε.
Φύγαμε λοιπόν και οι τρείς από το σπίτι μου, εγώ με τα βιβλία μου και αυτοί με ένα μπλέ ίδιο φάκελο ο καθένας, αυτούς τους μεγάλους φάκελους με τ’αυτιά. Οταν φτάσαμε και κάθησα στην αίθουσα, φεύγουν και οι δύο και μένω μόνος μου. 5-10 λεπτά από την ώρα που άρχισε η εξέταση, έρχεται μόνος του ο Λιγνός, με τον φάκελό του και με μια λευκή κόλα, σφραγισμένη απο την έδρα, και τα θέματα σε φωτοπυτία, όπως τα είχε δώσει ο καθηγητής.
Δεν ρώτησα πως και γιατί. Είδα τα θέματα, εύκολα ήταν, είχα και τις σημειώσεις, τις έλυσα τα θέματα άνετα. Μάλιστα μου λέει ο Λιγνός, “Μην τα λύσεις όλα, 5-6 να πάρει, μην γράψεις για 10 και γίνεται κανένα μπέρδευμα”.
5 λεπτά πριν απο το τέλος της εξέτασης, παίρνει ο Λιγνός την κόλα που είχα γράψει, παίρνει και τον μπλέ φάκελό του και φεύγει. “Φύγε, μου λέει, θα βρεθούμε στην Πλατεία Ολγας, στην Σπαγγεταρία”, που δεν ήταν μακρυά από το παράρτημα.
Πράγματι, βρεθήκαμε και οι τέσσερεις εκεί, ο ΣΠ, ο Μέγγος, ο Λιγνός κι’εγώ, και δεν μου είπαν πως έγινε αυτό. Μόνο την επόμενη μέρα που τους πίεσα μου είπαν.
Χρειαζότουσαν 4 άτομα για να περάσει ο ένας, ας πούμε ο Α, ο Β, ο Γ και ο Δ, και για πιό εύκολα, Α=Αντώνης, Β=Βασίλης, Γ=Γιώργος, Δ=Δημήτρης. Για να περάσει ο Αντώνης το μάθημα, χρειαζόντουσαν άλλα 3 άτομα. Οπως και στα κινηματογραφικά έργα, έτσι κι’εδώ χρειαζότανε ένα σκηνικό.
- Οι εξετάσεις να γινότανε σε χώρο με πολύ κόσμο, ιδανικά στο αμφιθέατρο που έχει πολλούς φοιτητές να δίνουν το μάθημα.
- Ο Αντώνης, ο Βασίλης και ο Γιώργος έχουν ο καθένας ένα ίδιο φάκελο, ας πούμε Φα,Φβ,Φγ ιδίου χρώματος, πχ μπλέ.
3. Ο Αντώνης, ο Βασίλης και ο Γιώργος κάθονται δίπλα δίπλα και ο Γιώργος δίπλα στον διάδρομο.
4. Ο Δημήτρης βρίσκεται κάπου κοντά αλλά έξω απο τον χώρο της εξέτασης για να λύσει τα θέματα. Έχει τα βιβλία και τις σημειώσεις μαζί του.
Η δράση
Η σκέψη είναι απλή. Η κόλα με την σφραγίδα της έδρας πρέπει να βγεί από την αίθουσα, κάποιος να γράψει τα θέματα και να ξαναμπεί η κόλα με τα θέματα λυμένα πίσω στην αίθουσα.
Σε αυτή την περίπτωση, ο Γιώργος θα βγάλει την κόλα από την αίθουσα/αμφιθέατρο και θα την δώσει στο Δημήτρη να λύσει τα θέματα, και ο Βασίλης θα την βάλει πίσω με τα θέματα λυμένα.
Επειδή η ώρα έχει σημασία, ας πούμε ότι η εξέταση ήταν από τις 10:00 μέχρι τις 1μμ (13:00), 3 ώρες.
- Στις 10 παρά τέταρτο, ο Αντώνης, ο Βασίλης και ο Γιώργος, ο καθένας με τον φάκελο του, μπαίνουν στο αμφιθέατρο και πιάνουν θέση, ο Γιώργος δίπλα στο διάδρομο. Ο Βασίλης έχει και ένα βιβλίο μαζί του. Ο Δημήτρης κάπου μακρυά (σχήμα 1).
2. Στις 10 ακριβώς, ο καθηγητής φωνάζει: “Όλα τα βιβλία και οι σημειώσεις στον διάδρομο” (σχήμα 2) και οι επιτηρητές μοιράζουν τις κόλες και τα θέματα. Ο Γιώργος κρύβει την κόλα και τα θέματα και φωνάζει στον επιτηρητή ότι τον ξέχασε και δεν πήρε κόλα. Μέσα στους τόσους φοιτητές, ο επιτηρητής δεν θυμάμαι και του ξαναδίνει μια κόλα.
3. Στις 10:05, Ο Γιώργος σηκώνεται, παίρνει τον φάκελο Φγ, αφήνει κενή κόλα, φεύγει και πάει στον Δημήτρη και του αφήνει την 2η κόλα που είχε κρύψει και τα θέματα (σχήμα 3).
4. Δέκα λεπτά πρίν την λήξη της εξέτασης, 12:50, ο Γιώργος παίρνει την κόλα με τις λύσεις που έχει λύσει ο Δημήτρης, την βάζει μέσα στον φάκελό του, Φγ και πάει και κάθεται ακριβώς πίσω από την έξοδο του αμφιθεάτρου. Πέντε λεπτά αργότερα, 12:55, ο Βασίλης παίρνει τον φάκελο Φβ, αφήνει την κενή κόλα και φεύγει από την αίθουσα. Αυτή την στιγμή, στον διάδρομο δίπλα στον Αντώνη έχει μείνει ο φάκελος Φα και το βιβλίο.
Στην έξοδο τον περιμένει ο Γιώργος και αλλάζει φάκελο με τον Βασίλη. Τώρα ο Βασίλης κρατάει τον φάκελο Φγ (με τα θέματα) και ο Γιώργος τον φάκελο Φβ (σχήμα 4).
5. Ο Βασίλης ξαναμπαίνει αμέσως στο αμφιθέατρο (κρατώντας τον φάκελο Φγ με την κόλα με τις λύσεις) και λέει ότι ξέχασε το βιβλίο του. Πάει στον διάδρομο, παίρνει το βιβλίο και αλλάζει τον φάκελο που κρατάει (φάκελο Φγ με τις λύσεις) με τον φάκελο Φα. Και ξαναφεύγει με το βιβλίο και τον -άδειο- φάκελο Φα (σχήμα 5).
6. Στις 13:00 ακριβώς που τελειώνει η εξέταση, ο Αντώνης έχει δίπλα του τον φάκελο Φγ με τις λύσεις (σχήμα 6).
7. Οταν σηκώνονται όλοι οι φοιτητές να παραδώσουν την κόλα τους, ο Αντώνης τραβάει την κόλα (με τις λύσεις) από τον φάκελο Φγ, την παραδίνει και φεύγει. Ο καθηγητής έχει μιά κόλα με τον αριθμό μητρώου του Αντώνη, το όνομα του Αντώνη και τις λύσεις (σχήμα 7).
Μπορεί να φαίνεται περίπλοκο, αλλά είναι απλό αν ο καθένας κάνει σωστά την δουλειά του. Το έχω δει να δουλεύει, τουλάχιστον 3 φορές, και όταν έφυγα από την Πάτρα, δούλευε ακόμα.
Έμαθα αργότερα όταν κάποια στιγμή έγινε μπέρδευμα και τους πιάσανε, δεν ξέρω ποιούς, πάντως όχι απο τους γνωστούς μου.
Δεν ξέρω αν θα έπρεπε να ντρέπομαι γι’αυτό, αλλά δεν … Εγώ θαύμαζα αυτόν που το σκέφτεται. Οπως θαυμάζουμε τon Cloney στους Ocean’s 11. Μόνο μου εμείς είμαστε 4.