Από την Αθήνα στο Κιλκίς: Η καλλιτεχνική διαδρομή του Λεωνίδα Λαπάκη

Λεωνίδας Λαπάκης

Της Πάολας Χαραλαμπίδου

Αν τον πετύχετε ποτέ στο Stretto, στο καφέ που συχνάζει, μην διστάσετε να του μιλήσετε. Άνθρωπος ζεστός, ευγενής, ταπεινός, ο Λεωνίδας Λαπάκης πήρε μια απόφαση ζωής πριν από δύο χρόνια με τη σύζυγό του. Άφησε την Αθήνα για να εγκατασταθεί μόνιμα στο Κιλκίς, όπου ζει τα τελευταία 20 χρόνια η μεγαλύτερη κόρη της οικογένειας.

Η μετακόμιση συνέπεσε με την πανδημία του κορονοϊού, τα πρωτόγνωρα χαρακτηριστικά και οι περιορισμοί της οποίας, δεν διευκόλυναν την προσαρμογή στο νέο τόπο κατοικίας. Πλέον όμως είναι έτοιμος να συστηθεί στην τοπική κοινωνία. Και ως νέο μέλος αυτής, αλλά και ως καλλιτέχνης που εκφράζεται μέσω της ξυλογλυπτικής, της τέχνης που αγάπησε από πολύ μικρή ηλικία. Καραβάκια, μουσικά όργανα, ξύλινες επιτραπέζιες συνθέσεις και πρωτότυπα επιτοίχια έργα τέχνης, φέρουν τη μοναδική υπογραφή του.

Ο Λεωνίδας Λαπάκης γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Πειραιά. Οι παππούδες του έφτασαν στην Ελλάδα ως πρόσφυγες από τη Σμύρνη. Με τους γονείς και τα δύο του αδέλφια έμειναν στην περιοχή του Αγίου Ιωάννη Ρέντη, όπου και ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του.

Με την ενηλικίωσή του μπήκε σχεδόν κατευθείαν στον επαγγελματικό στίβο. Στα 20 του χρόνια αναζήτησε επαγγελματικές ευκαιρίες στη Θεσσαλονίκη. Εκεί γνώρισε και τη σύζυγό του, Αρχοντούλα με την οποία λίγα χρόνια αργότερα εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα και απέκτησαν δύο κόρες, τη Νικολέτα και την Αγγελική. Τόσο ο ίδιος όσο και η σύζυγός του, εργάστηκαν σε μεγάλη εταιρεία διανομών καταναλωτικών αγαθών στον τομέα της έρευνας αγοράς, μέχρι τη συνταξιοδότησή τους.

Δάσκαλός του υπήρξε ο παππούς του ο Γιάννης, ο οποίος έφτιαχνε με τα χέρια του συνεχώς χρηστικά αντικείμενα, διακοσμητικά και παιχνίδια. Εργαστήριο οργανωμένο όπως θυμάται, δεν υπήρχε, παρά μόνο μια αποθήκη διαμορφωμένη με τα απαραίτητα. Κάποια βασικά έπιπλα και εργαλεία.

Ο παππούς ήταν αυτοδίδακτος. Σμίλευε ωστόσο το κάθε κομμάτι ξύλου που έπιανε με άπλετο μεράκι και βαθιά αγάπη για δημιουργία.

Αυτό που θυμάται ως παιδί ότι του έφτιαχνε περισσότερο ήταν καραβάκια. Έβρισκε κομμάτια ξύλου, τα κατεργαζόταν και τα σκάλιζε, έως ότου πάρουν τη μορφή καϊκιών και πλεούμενων της θάλασσας.

Παππούς και εγγονός περνούσαν πολλές ώρες μαζί. Με τα παιδικά του μάτια παρατηρούσε και κατέγραφε τα πάντα, κάθε κίνηση, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα ήδη από την τρυφερή ηλικία των 5-6 ετών να μπορεί να χρησιμοποιεί τα εργαλεία του. Όπως θυμάται, ακόμη και μόνος του, μπορούσε να κατασκευάσει τα παιχνίδια της αρεσκείας του, όπως πατίνια, σφεντόνες, τόξα, βέλη, χαρταετούς και οτιδήποτε άλλο αγορίστικο ήταν στη μόδα της εποχής.

Μεγαλώνοντας, ενήλικoς πλέον, έφτιαξε ένα καραβάκι και θεώρησε ότι αξίζει να το δείξει στον παππού του. Εκείνη τη στιγμή ο τελευταίος σε πολύ μεγάλη ηλικία και με σοβαρό πρόβλημα όρασης, χαμογέλασε, το ψηλάφισε και βλέποντάς το με τα μάτια της ψυχής του, το ενέκρινε γεμάτος ικανοποίηση και περηφάνια, προσθέτοντας ωστόσο στο τέλος περιπαικτικά, «εδώ να το πάρεις λίγο!».

Πέρα από το ταλέντο του παππού του «κληρονόμησε» και τα εργαλεία του. Πολλά μάλιστα από αυτά, όπως σκαρπέλα, σφυριά, ακόνια, πριόνι, ράσπες και λίμες, τα χρησιμοποιεί ακόμη και σήμερα μετά από τόσα χρόνια.

Η ενασχόληση με το ξύλο, δεν σταμάτησε ποτέ για τον Λεωνίδα Λαπάκη. Όπως παραδέχεται σήμερα, «είναι μια σχέση ζωής. Αν δεν απασχολούμαι με το ξύλο, δε νιώθω καλά».

Ακόμη και ως εργαζόμενος στην Αθήνα, πάντοτε έβρισκε χρόνο για τις δημιουργικές ανησυχίες του. Κάποια στιγμή μάλιστα, το μικρό δωμάτιο που είχε διαμορφώσει στο σπίτι του ως εργαστήρι, αποδείχθηκε πολύ μικρό για να τον «χωρέσει» και έτσι αναζήτησε και βρήκε μεγαλύτερο χώρο.

Με τα χρόνια εξελίχθηκε ως καλλιτέχνης. Ανέπτυξε ένα λιτό, άμεσο και συνάμα επιβλητικό ύφος, με αφαιρετική διάθεση, προσοχή στις λεπτομέρειες, χωρίς ωστόσο να αποζητά την τελειότητα. Του αρέσει να χρησιμοποιεί vintage στοιχεία, όπως π.χ. σκουριασμένα παλιά καρφιά, ενώ στις συνθέσεις του προσπαθεί να ενσωματώνει φυσικά και οργανικά υλικά.

Ένα από τα πιο εντυπωσιακά έργα που έχει φιλοτεχνήσει ήταν το θωρηκτό Αβέρωφ, μετά από παρότρυνση φίλου του, που του έφερε το σχέδιο του ιστορικού τεθωρακισμένου καταδρομικού από το Πεντάγωνο.

Η κατασκευή κράτησε έναν χρόνο. Ολοκληρώθηκε το 1993 και ήταν τόσο απαιτητική και λεπτομερής που δεν έφτιαξε ξανά πλοίο.

Στο 70 εκατοστών θωρηκτό Αβέρωφ του Λεωνίδα Λαπάκη, το σκάφος είναι φτιαγμένο με ντούγιες, ενώ πολλές διακοσμητικές λεπτομέρειες του καταστρώματος έχουν κατασκευαστεί από υλικά όπως σουρωτήρι, κοντάρι σκούπας, καθώς και οδοντογλυφίδες.

Η πιστότητα στο αρχικό σχέδιο και η αρτιότητα που παρουσίασε στο σύνολό του είχε ως αποτέλεσμα να του το ζητήσουν από το Ναυτικό Μουσείο, προκειμένου να εκτεθεί σε προθήκη. Προτίμησε ωστόσο να το κρατήσει ως οικογενειακό κειμήλιο.

Το 1994 ξεκινά ένα νέο δημιουργικό κεφάλαιο. Αυτό της κατασκευής μουσικών οργάνων. Η μουσική εξάλλου υπήρξε μεγάλη του αγάπη ήδη από τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια. Όταν το νεανικό σεργιάνι στις γειτονιές περιελάμβανε επισκέψεις σε υπόγεια και πειραματισμούς με ροκ διάθεση και ηλεκτρικές κιθάρες. Αγαπημένοι καλλιτέχνες του οι Deep Purple, Eagles, Santana, Eric Clapton κ.α.

Και μετά ήρθε το ρεμπέτικο… Στις παρέες και στις ταβέρνες. Η γνώση της μουσικής τόσο από τη θέση του ακροατή, όσο και του οργανοπαίκτη, τον βοήθησε να διεισδύσει ακόμη πιο αποτελεσματικά στην τέχνη της οργανοποιίας. Έχοντας αντίληψη των ποιοτικών χαρακτηριστικών που πρέπει να έχουν τα έγχορδα, ξεκίνησε να κατασκευάζει για φίλους μπουζούκια, μπαγλαμαδάκια, κιθάρες, με καθαρό και δυνατό ήχο, αντοχή στο χρόνο και υψηλή αισθητική.

Το πρώτο όργανο που κατασκεύασε ήταν ένας μπαγλαμάς, τον οποίο σήμερα έχει η μικρή του κόρη που είναι μουσικός. Κάποια στιγμή, όργανό του ταξίδεψε μέχρι και στην Αμερική.

Στα 25 χρόνια που ασχολήθηκε ενεργά, εξέλιξε την τέχνη μέσα από έρευνα, ξενόγλωσσα βιβλία και πολύ διάβασμα. Όπως αναφέρει, η όλη διαδικασία είναι εξαιρετικά δημιουργική, αλλά και απαιτητική. Προϋποθέτει συνέπεια και επιμέλεια σε όλα τα στάδιά της, από το σχεδιασμό, την επιλογή των υλικών, μέχρι και την κατασκευή.

Ξύλινα κοσμήματα
Ξύλινα κοσμήματα

Με τη φιλοσοφία ότι καθετί μπορεί να αξιοποιηθεί και να γίνει τέχνη, ασχολήθηκε και με την κατασκευή μίνιμαλ κοσμημάτων (κρεμαστά και σκουλαρίκια) από υπολείμματα ξύλων π.χ. εβένου και διάφορων άλλων υλικών, όπως κόκκαλα ή μέταλλα.

Αν και καταπιάστηκε με διάφορα υλικά, τα θαλασσόξυλα δεν έπαψαν ποτέ να αποτελούν τον αγαπημένο του «καμβά». Όπως επίσης, αγαπημένος του προορισμός παρέμενε πάντα η θάλασσα. Πολλά από τα έργα του εμπνέονται από το υγρό στοιχείο, το μεγαλείο του και την ζωογόνο, αλλά και πολλές φορές καταλυτική δύναμή του.

Στη θάλασσα ή μάλλον σε όσα αυτή «ξεβράζει» στη στεριά είναι αφιερωμένη η σειρά έργων του με τίτλο «Ψυχές», που ξεκίνησε το 2015, τη χρονιά που ξέσπασε τόσο βίαια το μεταναστευτικό κύμα από τη Συρία.

Βαθιά επηρεασμένος από τις αποκαρδιωτικές εικόνες στοιβαγμένων προσφύγων σε βάρκες με προορισμό το άγνωστο, θέλησε να αποτυπώσει το δράμα τους, έτσι όπως εκείνος το αντιλαμβανόταν, με τη δική του ευαίσθητη καλλιτεχνική ματιά.

Ξύλινες ψυχές
Ξύλινες ψυχές

Η ζωή στο Κιλκίς

Σήμερα, η καλλιτεχνική του δραστηριότητα παραμένει το ίδιο ενθουσιώδης. Η καθημερινότητά του περιλαμβάνει επισκευές οργάνων και πολλές ενδιαφέρουσες κατασκευές (επιτραπέζιες ξύλινες συνθέσεις με σπιτάκια, πίνακες, παιχνίδια, χρηστικά αντικείμενα) που ξεχωρίζουν για την αυθεντικότητά τους.

Αφηριμενο

Ταξιδεύει αρκετά, ενώ η λογοτεχνία, οι βόλτες στη φύση και στο Λόφο του Κιλκίς για παρατήρηση και εύρεση υλικών, καθώς επίσης και η μουσική παραμένουν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος του.

Στα δύο χρόνια διαμονής του στο Κιλκίς, του κάνει εντύπωση η εγκατάλειψη της υπαίθρου και η μη τουριστική ανάπτυξη και αξιοποίηση αξιόλογων τοπόσημων όπως π.χ. της λίμνης Δοϊράνης.

Επιθυμία του είναι να βρίσκεται δίπλα σε νέους καλλιτέχνες, να συνδιαλέγεται μαζί τους, και ως δάσκαλος να μοιράζεται τα «μυστικά» της τέχνης του.

Πηγή: gnomikilkis.gr