Πάτρα: Το καρναβάλι.

Καρναβάλι , Πάτρα 1982

Ένα από τα πρώτα πράγματα πού ήθελα να κάνω σαν φοιτητής στην Πάτρα ήταν να βρεθώ στό καρναβάλι. Ήξερα ότι γίνεται χαμός, αλλά δεν με ένοιαζε, γιατί έμενα στην Πάτρα και δεν χρειαζότανε να πηγαίνω σε ξενοδοχεία, που έτσι κι’αλλοιώς ήταν ακριβά για μένα.

Έτσι λοιπόν, τον Μάρτιο του 1978, πρωτοετής φοιτητής, βρέθηκα στο Πατρινό καρναβάλι. Δεν ξέρω τι σκεφτόμουνα … μπουρμπούλια, χορούς, ποτά … δεν ξέρω. Αλλά, δεν ήταν καθόλου όπως τα περίμενα.

Όλα τα μέρη που πηγαίναμε για φαγητό ήταν γεμάτα. Ταβέρνες, πιτσαρίες, ακόμα και για σουβλάκια περιμέναμε σε ουρά.

Όπου και να περπατούσαμε, κυρίως στα κεντρικά μέρη, μας βαρούσαν στο κεφάλι με εκείνα τα πλαστικά ρόμπαλα, που μετά από λίγο είχες πονοκέφαλο. Κάποια στιγμή που ειχα ζαλιστεί από τα χτυπήματα, βρήκα κάποιον του χεριού μου, το κόλλησα στον τοίχο, κάπου στην Αγ. Νικολάου, του είπα “ρε πο@@@η μου, εσύ θα τα πληρώσεις”… πρέπει να φοβήθηκε για τα είχα πάρει τελείως.

Και έτσι, βγάλαμε την βδομάδα του καρναβαλιού στο σπίτι, μαγειρευόντας μακαρόνια και τηγανίζοντας αυγά μιας και ήταν τα μόνα φαγητά που ξέραμε να φτιάξουμε.

Τα επόμενα χρόνια, γύριζα σπίτι στην Αθήνα και έβλεπα την παρέλαση από την τηλεόραση και έλεγα τι θα είχαν τραβήξει οι μη-Πατρινοί θεατές.

Παίρνοντας μέρος

Περάσανε τα χρόνια, είχε μείνει να πάρω το πτυχίο μου. Είχαμε ξενοικιάσει το σπίτι, και όταν πήγαινα στην Πάτρα για να δώσω τα τελευταία μαθήματα, έμενα στο σπίτι ένός φίλου μου, τον Χρήστο, Μηχανολόγος, που τον ήξερα από το σχολείο. Ο Χρήστος έμενε με την Κατερίνα, Νοσηλεύτρια στα ΚΑΤΕΕ, σε ένα δυάρι με τον Πάνο, κι’αυτος μηχανολόγος. Ο Χρήστος με την Κατερίνα είχανε το ένα δωμάτιο, ο Πάνος το άλλο, και εγώ κοιμόμουνα στον διάδρομο, μπροστά στην κουζίνα. Ο Πάνος τα είχε με την Μαίρη, μία Πατρινιά, που άλλες φορές έμενε στο σπίτι, άλλες όχι.

3-4 βδομάδες πρίν το καρναβάλι, και γώ ετοιμαζόμουνα να γυρίσω πίσω στην Αθήνα, για να αποφύγω το καρναβάλι και τα καλά του, μου λέει ο Πάνος:
– Δεν θες να πάρεις μέρος στο καρναβάλι;
– Τι εννοείς, του λέω.
– Να, έχουμε μια παρέα, καμιά δεκαπενταριά άτομα, και κατεβαίνουμε στο καρναβάλι.
– Τι άτομα είναι αυτά; Δεν τους πειράζει; Δεν ξέρω κανέναν.
– Οχι ρε συ, μια παρέα της Μαίρης. Την ξέρεις την Μαιρη. Θα είναι και ο Χρήστος, θα είναι και η Κατερίνα, καλά θα περάσουμε.

Δεν χρειάστηκε και πολύ να το σκεφτώ, όπου χαβαλές, μέσα ήμουνα.
– Και τι θα είμαστε ντυμένοι;
– Φυλακισμένοι που κάνουμε διαδήλωση ζητώντας καλύτερες στολές, στολές Dior.

Προετοιμασία

Ετσι, κάθε δεύτερο βράδυ μαζευόμαστε στο γκαράζ του Κώστα, και φτιάχνουμε το φορτηγάκι του που θα ντυνότατε φυλακή (Φυλακές ο “Τσαλαπέτεινος”) και προβάραμε τις στολές, αλλά επειδή δεν είχαμε σπόνσορες, το bugdet μας ήταν πολυ μικρό, είχαμε παραγγείλει 3 μεγέθη, Small, Medium και Large, και αν υπήρχε κανένας κοντός και παχύς, ή ψηλός και αδύνατος, έπρεπε να κανονίσει τι προτιμούσε. Κοντά παντζάκια (ο ψηλός) ή να κολυμπάει στα στολή (ο κοντός). Εγώ κολυμπούσα στην στολή, γιατί με ντύσανε δεσμοφύλακα που κυνηγούσα τους φυλακισμένους, και μου δώσαν μια στολή φαντάρου δεν ξέρω από που, αλλά ο φαντάρος πρέπει να ήταν 2 φορές σαν και μένα, στο ύψος και στο πλάτος και ευτυχώς φορούσα την ζώνη μου για να μην μου πέφτει το παντελόνι.

Ωστόσο, δουλειά δεν γινότανε, γιατί, ναι μεν μαζευόμαστε καθε δεύτερη μέρα, αλλά ο καθένας έφερε μπύρες και ό,τι άλλο είχε, και πίναμε, κάναμε χαβαλέ, και το φορτηγάκι έμενε σκέτο φορτηγάκι, και δεν είχε σχέση με το Αλκατράζ που θέλαμε να φτιάψουμε.

Οι φυλακισμένοι

Τελικά ήρθε το τελευταίο Σαββατοκύριακο για τον κρυμμένο θησαυρό που γινότανε όχι μόνο την Κυριακή αλλά και το Σάββατο. Την προηγούμενη μέρα, την Παρασκευή, τελειώσαμε το φορτηγάκι-φυλακή μας, φτιάξαμε τα πανώ “Θέλουμε στολές Dior”, “‘Εξω εμείς. μέσα εσείς”, και έφτιαξα ορισμένα νούμερα των φυλακισμένων, με μαθηματικούς τύπους και ορισμούς. Ένας κρατούμενος είχε για αριθμό τον ορισμό της παραγώγου.

Ομάδα Καρναβάλι
εγώ δεν είμαι στην φωτογραφία

Η Ελένη, η αδελφή του Κώστα, μου λέει την άλλη μέρα:
– Ρε Χριστόδουλε, τι είναι αυτό το πράγμα που έχω στο νούμερο; Με ρωτάνε και δεν ξέρω.
– Η κατανομή του Πουασόν.
– Ποιανού;
– Ένας τύπος στην Στατιστική είναι. Κατανομή Πουασόν. Γαλλικά ξέρεις; Πως λένε το ψάρι στα γαλλικά; ε, το ίδιο!

Κρυμμένος θησαυρός

Το Σάββατο τρέχαμε να βρούμε τους θησαυρούς. Δεν θυμάμαι όλα τα κομμάτια που έπρεπε να βρούμε, θυμάμαι μόνο αυτά που κυνηγούσα.

Το ένα ήτανε να τους πάμε μιά φωτογραφία με κάποιον από την ομάδα, σε μιά τοποθεσία που να έχει στην φωτογραφία τρείς ταμπέλες κυκλοφορίας, ένα δέντρο και την θάλασσα. Την ήξερα την τοποθεσία αυτή, περνούσα κάθε δεύτερη μέρα από κει. Δίπλα έμενα. Στην Αγυιά, στην Αγ. Κωνσταντίνου, όταν έφτανε το λεωφορείο, στην παραλιακή, εκει υπήρχαν τρείς ταμπέλες, και ένα μόνο καημένο δεντράκι στην παραλία. Θυμάμαι μόνο το STOP που το περνούσα αέρα με το ποδήλατο. (η φωτογραφία είναι από το gogle maps), τότε, το 1982, υπήρχαν οι ταμπέλες και το δέντρο που ήτανε μικρούλι)

Ομως τότε δεν υπήρχαν iphone κλπ, το πιό δύσκολο ηταν να εμφανίσεις την φωτογραφία, όλα ηταν κλειστά. Ευτυχώς κάποια κοπέλα στην ομάδα είχε μία polaroid φωτογραφική μηχανή και μπορέσαμε να την παραδώσουμε.

50 δραχμές

Ενα άλλο κομμάτι του θησαυρού ήταν να τους πάμε ένα πενηντάρικο -χαρτονόμισμα ήταν τότε- που το άρθοισμα των ψηφίων του αριθμού του να έκανε x, όπου x είναι ένας αριθμός που δεν τον θυμάμαι, ας πούμε 25. Κάθησα λοιπόν σε μια γωνία στην Κορίνθου, Σάββατο βράδυ, και ρωτούσα τον καθένα που περνούσε αν είχε πενηντάρικο να μου το δείξει. Ημουνα αρκετά τυχερός, γιατί βρήκα το πενηντάρικο που χρειαζόμουνα σχετικά γρήγορα.

Την επόμενη μέρα, την Κυριακή, η παρέλαση άρχισε από την Ομόνοια. Βρεθήκαμε εκεί και δεν ξέρω αν κανένας από μας είχε κοιμηθεί το βράδυ. Ημαστε στην σειρά περιμένοντας ν’αρχίσει η παρέλαση, και είδα ότι εμείς είμαστε από τα μικρότερα πληρώματα.

Τα άλλα πληρώματα είχαν στολές από καλό ύφασμα, όλα στα μέτρα τους και ήταν 30+ άτομα. Εμείς είμαστε τίποτα μπροστά στους άλλους, αλλά τρέχαμε, χορεύαμε χωρίς να μας νοιάζει, δεν είχαμε πάρει “απαγορευμένες ουσίες”, αλλά είχαμε την ζωντάνια και την τρέλα της ηλικίας. Κι’εγώ, ο δεσμοφύλακας, να τρέχω συνέχεια από πίσω τους, ευτυχώς άντεχα.

Για μεγάλη μας έκπληξη, βγήκαμε τρίτοι σε κάποια κατηγορία που ούτε καν θυμάμαι, και κερδίσαμε ενα μικρό ποσό που το φάγαμε σε ταβέρνα, στην Πιπία αν θυμάμαι καλά.

Με τα παιδιά βρεθήκαμε και άλλες φορές μετά από το καρναβάλι, το φορτηγάκι σταμάτησε να είναι “φυλακή”, και τελευταία φορά που τους είδα ήταν αρχές Ιουνίου του 82, για μπάνιο στην Καλογριά, που μου φάνηκε παγωμένη. Λίγα χρόνια αργότερα, έβαλα το πόδι μου στον Ατλαντικό, στην Ιρλανδία, και σκέφτηκα ότι η θαλάσσα στην Ελλάδα τον Φεβρουάριο, ακόμα και σε κακοκαιρία στύλ “Ελπίδα”, είναι ζεστό νερό για καφέ!

Την στολή του φυλακισμένου που δεν την φόρεσα στις απόκριες, την φόρεσα τον Ιούνιο, στο μπαλκόνι του σπιτιού μου στην Αθήνα, και έβγαλα φωτογραφία με το πτυχίο μου και την ξαδέλφη μου.